Ας υποθέσουμε τις δυο χώρες, την Ημεδαπή και την Αλλοδαπή. Η πρώτη έχει υψηλότερο λόγο εργασίας προς γη από τη δεύτερη ή αλλιώς η Ημεδαπή έχει σχετική αφθονία εργασίας και η Αλλοδαπή σχετική αφθονία γης. Τα αγαθά που παράγουν είναι το ύφασμα και τα τρόφιμα, όπου το πρώτο είναι έντασης εργασίας και το δεύτερο έντασης γης. Επιπλέον έστω ότι αντιμετωπίζουν την ίδια καμπύλη ζήτησης και την ίδια τεχνολογία.
Με δεδομένα τα παραπάνω, η Ημεδαπή θα εξειδικευτεί στην παραγωγή υφάσματος και η Αλλοδαπή στην παραγωγή τροφίμων. Εφόσον η Ημεδαπή έχει σχετική αφθονία εργασίας και παράγει ύφασμα (έντασης εργασίας), αρχικά θα αντιμετωπίζει χαμηλή σχετική τιμή. Με την έναρξη του εμπορίου και την αύξηση της ζήτησης θα αντιμετωπίζει μεγαλύτερο λόγο τιμών. Επίσης, η σχετική κατανάλωση υφάσματος στην Ημεδαπή θα μειωθεί. Από την άλλη, η Αλλοδαπή με σχετική έλλειψη εργασίας, θα αντιμετωπίζει υψηλό λόγο των τιμών του υφάσματος προς τρόφιμα. Με την διεξαγωγή εμπορίου και την εισαγωγή υφάσματος από την Ημεδαπή (που το παράγει σχετικά φθηνότερα) θα μειώνεται ο λόγος των τιμών. Το αντίστοιχο θα συμβεί και με το ύφασμα.
Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι:με την διεξαγωγή εμπορίου θα συγκλίνουν οι σχετικές τιμές των αγαθών στις δύο οικονομίες μέσω της εξειδίκευσης κάθε χώρας στην παραγωγή προϊόντων που έχει συγκριτικό πλεονέκτημα και τα οποία θα εξάγει.